Παρασκευή 13 Απριλίου 2012







Imitlerim

Γιατί άνεμοι με φουσκωμένα μάγουλα 
και τραγουδώντας τέτοιες μουσικές 
φυσάνε το πανάκι της μικρής μου λέμβου.
Κι ας τρέχει - με τη ψυχή στο στόμα - 
αυτός ο φωτισμένος πλαστά κόσμος,
πέρα απ΄το σκοτεινό δάσος...



  • Οι άγγελοι


  • (προδημοσίευση από το βιβλίο του Κ.Λ., "Τα πλυμένα και άπλυτα του Ρεμπέτικου" που θα εκδοθεί προσεχώς)


Το παραπάνω σκίτσο του ζωγράφου Τάκη Σιδέρη είναι ένα απ' αυτά που κοσμούσαν την πρώτη έκδοση "Ρεμπέτικα τραγούδια" του Ηλία Πετρόπουλου. Ο ζωγράφος έχει φτιάξει έναν άγγελο που περνάει πίσω από τους μουσικούς του πάλκου. 
Κάποιοι "σκληροί" θιασώτες του ρεμπέτικου μπορεί να βρίσκουν περιττά κάτι τέτοια "κουλτουριάρικα". O Σιδέρης όμως είχε δίκηο. Οι Ισπανοί μιλάνε γιά το "ντουέντε", μιά δαιμονική, σκοτεινή δύναμη που μπαίνει μέσα στους δημιουργούς και τραγουδιστές του φλαμένκο και τους βάζει φωτιά. Φωτιά που μεταδίνεται κατόπιν στους ακροατές. 
Εγώ, σαν Έλληνας, βλέπω τους αγγέλους στη θέση του ντουέντε. Άσχετα με το αν πιστεύει κανείς σε τέτοια πράγματα, χρειάζομαι κάτι γιά να εξηγήσω το διαβολεμένο ταλέντο των περισσότερων που κυκλοφορούσαν μέσα στον κόσμο του ρεμπέτικου. Αυτό το κάτι, θεωρώ πως δε το ήξεραν. Ας μη παρεξηγηθώ. Εννοώ, γιά παράδειγμα, ο Δημήτρης Ατραϊδης ήταν πολύ πιό μεγάλος απ' ότι μπορούσε να πίστευε ο ίδιος, και θεωρώ το ίδιο γιά τον Τσιτσάνη και πολλούς άλλους. Ο τελευταίος το ήξερε, το καταλάβαινε και το έβλεπε από νωρίς, εισπράττοντας μεγάλη αποδοχή. Ήταν όμως πολύ ικανότερος απ' ότι αφηνόταν να πιστεύει. 


Μιλάω γι αυτή την εσωτερική δύναμη που έκανε κάποιους απ' αυτούς τους δημιουργούς, συνθέτες, μουσικούς, παρατηρητές της ζωής που τους τραβούσε απ' τα "εύκολα" και τους ξέσκιζε τα σωθικά, δίνοντάς τους έμπνευση.

Δε μιλάω γιά τρυφερά και στρουμπουλά αγγελάκια της Αναγέννησης, ούτε για τα "ροζ" σκαλιστά που μας έρχονταν από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, όταν είμασταν παιδιά.
Μιλάω, στην πιό απλή περίπτωση, για σκληρούς, βλοσυρούς αγγέλους, σα τους βυζαντινούς που νιώθαμε να μας κοιτάζουν αυστηρά από τους εικονογραφημένους τοίχους των εκκλησιών.


Μιλάω γιά τους αγγέλους της δημιουργίας που δε χαρίζουν κάστανα, δε ξεγελιούνται και απαιτούν το μεδούλι του δημιουργού για να δώσουν τη χάρη τους.


Μιλάω γιά αγγέλους πολλών ειδών και μεγεθών. Γιά μικρούς και ανάλαφρους, μέχρι ογκώδεις και μεγάλους σα τζετ. Γι αυτούς που μπορούν να πετάν ανάλαφρα μέσα στη χλόη και γιά άλλους που σκοτεινιάζουν τις νύχτες το φεγγάρι, περνώντας από μπροστά του.


Γιά μαγκίτες, μυστακιοφόρους αγγέλους που στήριζαν το Γιώργο Μπάτη όταν πήγαινε τρικλίζοντας στην αίθουσα φωνοληψίας,


γιά αγγέλους με φυσερά που φούντωναν τις φωτιές που έκαιγαν το Μάρκο,


γιά διάφανους αγγέλους που ευλογούσαν τη φωνή της υγρής Στέλλας Χασκίλ, βάφοντάς την με βέλούδινα, μελαγχολικά χρώματα,


γιά σύννεφα από αγγέλους και αηδόνια που συνωστίζονταν στα λαρύγγια του Νταλκά και του Στράτου,


γιά παλιούς, ηλικιωμένους και νοτισμένους με θάλασσα αγγέλους που τσίτωναν τις φωνητικές χορδές της Μαρίκας Παπαγκίκα και σκίζαν το κερί της μήτρας του δίσκου,


γιά Μικρασιάτες αγγέλους που φυσούσαν με χοάνες μέσα στη φωνή του Βαγγελάκη Σωφρονίου,


γιά τον ξύλινο άγγελο - ακρόπρωρο που βυθίζονταν μέσα στα κύματα της φωνής του Δημήτρη Ατραϊδη, όταν τραγουδούσε τον Ουσάκ μανέ "Πόσοι εχθροί μου φαίνονται σα μπιστεμένοι φίλοι, μα έχουν φαρμακερή καρδιά και ζαχαρένια χείλη",


για θηλυκούς αισθησιακούς αγγέλους που σήκωναν στα φτερά τους την εύθραυστη τη Ρίτα την Αμπατζή, τη σιδερένια Ρόζα την Εσκενάζι, την περήφανη Πολίτισσα Μαρίκα Φραντζεσκοπούλου, το μαύρο πολυεδρικό διαμάντι Μαρίκα Καναροπούλου και τη μερακλού και άγνωστη Κατίνα Χωματιανού,


γιά είκοσι αγγέλους που κάθονταν πάνω στα ασημένια δάχτυλα του Χρυσίνη και του Καρίπη,


γιά τον εφήμερο, ιδιόμορφο και αυστηρό άγγελο που φτερούγιζε μες την καρδιά του Βαγγέλη Παπάζογλου και του ψιθύριζε, "βιάσου, γιατί οι εκλεκτοί φεύγουν γρήγορα",


γιά τον Αγιορείτη άγγελο που χτυπιόταν με το δαιμονικό ντουέντε του Νούρου,


τους επαρχιακούς αγγέλους που ωθούσαν την αρρενωπή φωνή της Νταίζης Σταυροπούλου και τη χορταρένια φωνή της τρανής Γεωργίας Μηττάκη,


τους μπρούτζινους αγγέλους που πετούσαν πίσω και πάνω από τη "Φλορέτα" με τα ελληνικά σημαιάκια του Στέλιου Κερομύτη,


γιά τον πολύχρωμο, δαιμονικό άγγελο που άπλωνε διάφανο πέπλο ανάμεσα στον κόσμο και στον απρόσιτο Τσιτσάνη, βασανίζοντάς τον και φωτίζοντάς τον,


και γιά άλλους πολλούς αγγέλους πάνω στα βιολιά, τα ούτια, τα σαντούρια, τα μπάντζα, τις αρμόνικες, τις κιθάρες, τα μπουζούκια, τους μικρούς μπαγλαμάδες.


Αγγέλους που κάγχασαν ειρωνικά με τις απαγορεύσεις τενεκεδένιων δικτατόρων, που αηδίασαν με το ψεύτισμα, που σχημάτισαν σμήνη και φύγαν μακριά και κρύφτηκαν, περιμένοντας άλλους καιρούς γιά να ξανάρθουν, να βασανίσουν και να ξαναφωτίσουν με άλλα φωσάκια τους ορμητικούς, μπουρινένιους άνεμους δημιουργίας...



Κυριακή 8 Απριλίου 2012

Οι τρεις Γαβαλάδες
εκ των οποίων δύο,
ο
Σωτήρης Γαβαλάς...



γι αυτές κι αυτούς που δεν ενδιαφέρονται για περαιτέρω...
Σήμερα είναι Πέμπτη βράδι, 7 Απρίλη του 2011 κι εγώ φτιάχνω ένα μικρό γραφτό για κάποιο Σωτήρη Γαβαλά και βάζω και τη φωτογραφία του που ποζάρει με μιά μαχαίρα. 

Γιατί το κάνω αυτό;
Με έλκει αυτός ο άνθρωπος ή πιστεύω ότι μπορεί να έλξει εσάς;

Στο πρώτο σκέλος δεν απαντάω. Στο δεύτερο, είμαι σίγουρος πως όχι.
Ε, τότε τί;

Οι άνθρωποι περνούν πάνω απ΄τη Γη κι οι περισσότεροι δεν αφήνουν τίποτα πίσω τους. Ε, κάτι φωτογραφίες, κάποια προσωπικά αντικείμενα και κάποιες αναμνήσεις στο μυαλό των άλλων που σύντομα ξεθωριάζουν.
Αυτός;
Είναι κι αυτός ξεχασμένος. Τίποτα δε ξέρουμε για τη ζωή του.
Άφησε όμως. Άφησε τραγούδια, έμεινε κι η φωνή του σε δυό απ΄αυτά.
Να το ένα



μπραφ! , (επιφ. - σύνθημα)[Α][N] φύγε γρήγορα!, βάλτο στα πόδια! (ένα από τα μάγκικα επιφωνήματα που φωνάζονται ξαφνικά μέσα σ’ ένα τραγούδι)|κάνω μπραφ, [+]( = φεύγω ξαφνικά, εξαφανίζομαι) – ακούγεται πχ. στο τρ. «Στου Μπεζεστένη την αυλή» από τον Σωτήρη Γαβαλά (Μεμέτη) στο CD «Μόρτικα» του Charles Howard


(από το ανέκδοτο ακόμα ¨Λεξικό του Ρεμπέτικου" του Κώστα ΛαΔόπουλου



Στης Αρετούσας τη Σπηλιά, 1934
Σωτήρη Γαβαλά
τρ. Ρίτα Αμπατζή