Σκέψεις για το χτες, το σήμερα και το ΠΑΝΤΑ!
Λέγοντάς το ακόμα μιά φορά, τα blogs μου είναι, πρώτιστα, αφιερωμένα στις ψυχές όλων αυτών των ανθρώπων που ήρθαν το 1922, μαζί και οι δικοί μου, στις ψυχές τους που ίσως λικνίζονται ακόμα στον αέρα πάνω απ΄τα Γερμανικά, πάνω απ΄την Παλιά Κοκκινιά, τους Ποδαράδες, το Περιστέρι, την Καισαριανή, όλ΄αυτά τα μέρη όπου προσπάθησαν να ξαναρριζώσουν. Σ΄ανθρώπους σα κι αυτούς της παραπάνω παλιάς φωτογραφίας. Υπολείμματα Ελλήνων που έφυγαν, απ΄τον κύριο κορμό της χώρας, στα 700 π.Χ. και ξερριζώθηκαν μέσα σε μερικές μέρες, σα νά΄ταν αγριόχορτα, απ΄ένα συνδυασμό αφελούς πολιτικής ονειροπόλησης και προδοσίας.
Γιά να εξηγηθώ ακόμα καλύτερα, τα blogs είναι αφιερωμένα, όχι στους αστούς Μικρασιατες που είχαν οικονομική άνεση και παρακολουθούσαν τις μόδες και τις επιταγές που έρχονταν απ΄την Ευρώπη. Είναι γιά όλους/ ες τους/τις άλλους/ες που ήταν ταπεινοί/ές, που ήρθαν ντυμένοι/ες στα κουρέλια, που δε μίλησαν ποτέ. Σ΄ανθρώπους σα τους παρακάτω:
β) Τέλος, είναι η μάζα εκείνη των ανθρώπων κάθε είδους, όπως οι λαϊκοί άνθρωποι, οι μικρέμποροι, οι υπαίθριοι πωλητές, οι βιοτέχνες, οι εργάτες ή οι άνεργοι, που φυτοζωούν μεροδούλι – μεροφάι, και πολλές φορές ούτε και αυτό, και πότε κάνουν τη μιά δουλειά και πότε την άλλη. Είναι αυτά ακριβώς τα στοιχεία που αποτελούν τη σωρεία των ανέργων στα μεγάλα αστικά κέντρα, μέσα σε μιά διαρκή ανησυχία που οπωσδήποτε περικλείει κινδύνους...»
Ακόμα, στα τραγούδια που έφεραν μαζί τους και σ΄αυτά που χτύπησαν σε δίσκους στη δεκαετία που τους δόθηκαν οι ευκαιρίες.
Παίζεται λοιπόν ένα παιχνίδι, μάλλον ασυνείδητο και λόγω άγνοιας, σε σχέση με τη μουσική αυτών των ανθρώπων, ακόμα και στις μέρες μας...
Γιά να εξηγηθώ ακόμα καλύτερα, τα blogs είναι αφιερωμένα, όχι στους αστούς Μικρασιατες που είχαν οικονομική άνεση και παρακολουθούσαν τις μόδες και τις επιταγές που έρχονταν απ΄την Ευρώπη. Είναι γιά όλους/ ες τους/τις άλλους/ες που ήταν ταπεινοί/ές, που ήρθαν ντυμένοι/ες στα κουρέλια, που δε μίλησαν ποτέ. Σ΄ανθρώπους σα τους παρακάτω:
Στη μνήμη του β΄σκέλους της "τρίτης κατηγορίας προσφύγων"» που περιγράφεται στο παρακάτω κείμενο της ΕΑΠ (Επιτροπής Αποκαταστάσεως προσφύγων) γραμένο το 1928 :
Ακόμα, στα τραγούδια που έφεραν μαζί τους και σ΄αυτά που χτύπησαν σε δίσκους στη δεκαετία που τους δόθηκαν οι ευκαιρίες.
Παίζεται λοιπόν ένα παιχνίδι, μάλλον ασυνείδητο και λόγω άγνοιας, σε σχέση με τη μουσική αυτών των ανθρώπων, ακόμα και στις μέρες μας...
"...There has been a tendency to concentrate
on the so-called "Piraeus rebetika" which
are perceived by many to be the genuine
performances, the "rebetika high" of Gail
Holst and others. For them, the music of
Anatolian refugees was merely a pubescent
version of what was to follow, rather than
a musical and cultural tradition in its
own right"...
Εκείνο που κάνει εντύπωση δεν είναι αυτό, αλλά η σχεδόν πλήρης σιωπή από τη μεριά των απογόνων των προσφύγων και των οργάνων που διαφυλάσσουν τις παραδόσεις τους.
Κατανοώ απόλυτα ότι έχουν περάσει 87 χρόνια από το 1922, όπως και κατανοώ τις ανάγκες αφομοίωσης των ανθρώπων.
Προσωπικά, είμαι κάθετα ενάντιος στην κάθε είδους αφομοίωση γιά οποιουσδήποτε λόγους και σε οτιδήποτε. Μέχρι τελευταίας ρανίδας αίματος σκοπεύω να πηγαίνω κόντρα. Ας μη παρεξηγηθώ, θα το κάνω πιό ξεκάθαρο.
Πιστεύω πως ένας καλός ορισμός γιά τη συνειδητή αφομοίωση θα μπορούσε να είναι κάτι σα κι αυτό:
αφήνομαι να ενταχθώ σε κάτι, όταν
αυτό το κάτι με σέβεται σα μειονότητα.
Απ΄τη δική μου πλευρά, μαθαίνω πως
αυτό το κάτι λειτουργεί, σέβομαι τους νόμους
και τους κώδικές του και συμμετέχω επιλεκτικά.
Σε καμιά περίπτωση δε δέχομαι να μου διαγράψουν
τις μνήμες μου, την ιστορία μου, το παρελθόν το
δικό μου και των προγόνων μου.
Αυτό βέβαια θέλει κότσια και πληρώνεται. Τίποτα όμως δεν είναι δωρεάν σ΄αυτό τον κόσμο. Με δυό λόγια, είμαι εναντίον στο να ξεχνάει κανείς.
Γιά το θέμα μας, χρησιμοποιώ γενικά τον όρο "ρεμπέτικο" γιά να συνεννοούμαστε. Δε δέχομαι όμως με κανένα τρόπο ότι το θέμα ξεκινάει με τον Μάρκο Βαμβακάρη και συνεχίζει με τον Βασίλη Τσιτσάνη, μιάς και σ΄αυτά τα δυό βαρύγδουπα ονόματα επικεντρώνονται οι περισσότεροι. Τους δέχομαι, μου αρέσουν και τους θαυμάζω, αλλά δε συμφωνώ με το σύρσιμο με τη σκούπα, κάτω απ΄το χαλί των Μικρασιατών που ήταν, γιά να είμαι ευγενικός, πολύ σημαντικότεροι.
Αν δεν είχαν προϋπάρξει αυτοί και αν κάποιοι απ΄αυτούς που συνέχισαν υποστηρίζοντας, διορθώνοντας, συνθέτοντας, στην εποχή της μονοκρατορίας του μπουζουκιού, είναι άγνωστο αν και πως θα συνέχιζε αυτό που ονομάζουμε ρεμπέτικο. Υπερβάλλω;
Γιατί όσο περισσότερο ακούω και διαβάζω τους "ειδήμονες" να χτίζουν τις "θεωρίες" τους ξεκινώντας από το Πειραιώτικο και δώθε, τόσο περισσότερο αναρωτιέμαι,
δεν έχουν ακούσει τα πριν;
τά΄χουν ακούσει στραβά,
κάνουν πως δε βλέπουν και καμώνονται πως βλέπουν ενώ είναι τυφλοί,
είναι μόνο δυτικοτραφείς,
δεν έχουν εξασκημένα αυτιά,
η απλώς έχουν πέσει θύματα, νομίζοντας πως οι προηγούμενοι ήταν προετοιμαστικοί καταλύτες γιά να ξεκινήσει ο Μάρκος Βαμβακάρης;
Του Μάρκου του προσάπτουν συχνά το χαρακτηρισμό "δωρικός" δηλ. απλός, απέριττος, όπως ήταν η τέχνη των Δωριέων. Και ισχύει. Ο Βαμβακάρης ήταν απλός. Οι μελωδίες του ήταν εύκολες γιά το μέσο αυτί. Οι καθαροί ήχοι ενός μπουζουκιού και μιά κιθάρας, οι απλοί στίχοι, βρίσκουν εύκολα τον ακροατή. Βέβαια, υπήρχαν και πολλοί άλλοι, κυρίως ψυχολογικοί, λόγοι, που έκαναν τον κόσμο να στραφεί στο πειραιώτικο
(συνεχίζεται)