Μετά το κρυστάλλινα καθαρό και γλυκό μπουζούκι του Ανέστη Δελιά,
το αισθαντικό και συλλαβιστό μπουζούκι του Βασίλη Τσιτσάνη(κανείς δε μπόρεσε να ξαναπαίξει έτσι. Ο άνθρωπος μπορούσε να παίξει τρεις φορές πιό γρήγορα, αλλά δε τό'κανε, όπως δε τό'κανε και κανένας απ' τους τοτινούς, γιατί το συναίσθημα της πενιάς ήταν αυτό που μετρούσε), μετά το ζεστό και παιχνιδιάρικο μπουζούκι του Παπαϊωάννου και τέλος, μετά το παίξιμο του Μανώλη Χιώτη, τί παραπάνω να κάνει αυτό το όργανο που έχει γίνει εθνικό σύμβολο; Τι νόημα έχουν οι δεξιοτεχνίες που μοιάζουν με το πάτημα του γκαζιού νευρικών αυτοκινήτων υψηλού κυλινδρισμού;
Έχω δει ένα, μοναδικό, παίκτη μπουζουκιού, ένα νέο παιδί που φαινόταν πως μπορεί να παίξει σα το Χιώτη. Κι όμως, έμενε στο πλάι, ΓΥΡΙΣΜΕΝΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΣΤΟ "ΚΟΙΝΟ" (μπράβο του!), σ' ένα μαγαζάκι της οδού Πανόρμου, στην Αθήνα. Συμπλήρωνε, γέμιζε εκεί που χρειαζόταν, σε μιά άξια κομπανία που είχε βιολί, ακορντεόν, κοντραμπάσο και, μιά υπέροχη κιθάρα και φωνή από ένα νέο κορίτσι.
Το μπουζούκι δεν είναι Porsche, ούτε αντρικός φαλλός!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου