Το ρεμπέτικο και τα χρώματα
Ίσως ξενίζει ότι βάζω πολλά χρώματα στα κείμενά μου. Αυτά που χρησιμοποιούνται, συνήθως, σε σελίδες γιά το ρεμπέτικο είναι θλιμένα, μπεζ νερουλά και απρόσωπα (σαν αυτά που φοράνε πολλές μουσουλμάνες γυναίκες που θέλουν να διαφεύγουν της προσοχής) και καφέ που θυμίζουν εκείνους τους τραγικούς καπλαμάδες στα έπιπλα των σαλονιών και στσι κρεβατοκάμαρες. Αυτά τα τραγικά έπιπλα που αντικατάστησαν τα παλιά, μετά τον εμφύλιο. Το πιό τραγικό είναι ότι υπάρχουν ακόμα αραδιασμένα σε μαγαζιά λαϊκών προαστείων, σ' όλη τη χώρα. Το καφέ, μου θυμίζει κακά και μίζερα γερατειά. Γιατί παρασύρθηκα κι εγώ και, τον τελευταίο καιρό, χρησιμοποιώ καφέ χρώμα γιά τους τίτλους των κειμένων του blog; Λάθος μου! Καφέ υπάρχουν βέβαια πολλών ειδών. Γλυκά, ζεστά, μέτρια, νερόβραστα, αποπνέοντα τσίκνα, δήθεν σοβαρότητα κλπ.
Το ρεμπέτικο δεν είναι παλιό γιά να το ντύνουμε στα καφέ και στα αηδιαστικά μπεζ.
Τα γνήσια ρεμπέτικα είναι τραγούδια της νεότητας. Γιά νέους ανθρώπους γράφτηκαν, κυρίως.
Ιδιαίτερα τα μικρασιάτικα, ως το 36 οπότε και φιμώνονται, φεγγοβολούν από χρώματα.
Ακόμα και οι Ελλαδίτες που τα πλησίασαν και έπαιξαν μαζί όλους εκείνους τους καταπληκτικούς μουσικούς και τραγουδιστές, μέθυσαν κι αυτοί και χρωματίστηκαν. Θεωρώ πως τα χρώματα κράτησαν μέχρι και τον Μπάτη, το Δελιά και τον Μπαγιαντέρα, στο πρώιμο πειραιώτικο ρεμπέτικο. Μετά, άλλαξε το πράμα. Όταν ξεκίνησε ο Τσιτσάνης, επέβαλλε μια άλλη χρωματική γκάμα.
Το ρεμπέτικο δεν είναι γερασμένο. Δε πρόλαβε να γεράσει. Προσπάθησαν να το γεράσουν, οι βλακείες των πολιτικών μας, βλακείες διαφόρων ιδεολογιών, οι φανατισμοί των ηλιθίων, η έρπουσα πλαστή "αξιοπρέπεια", το "comme il faut", της δήθεν αστικής τάξης και των ακόμα πιό φουκαράδων μιμητών της, ακόμα και ο συντηρητισμός κάποιων ανθρώπων μέσα στο ρεμπέτικο που είναι "κολλημένοι", ως και σήμερα. Αυτό όμως τους την έσκασε. Προτίμησε να πεθάνει, αντί να γίνει νερόβραστη σούπα. Παρέδωσε την υπόθεση στον μακρινό μου ημι-συγγενή Γ. Νταλιανίδη που έφτιαξε μιά αυλή κωμικοτραγικών κλόουν που χόρευαν συρτάκι, χασάπικα και ζεϊμπέκικα σε περιβάλλον φωτισμένων καπλαμάδων, κάτι παραπλήσιο (με νέα όμως, "μοντέρνα" υλικά) με τα περιβάλλοντα που χτίζουν οι "καλλιτέχνες" του ΑΝΤΕΝΑ κ' ΣΙΑ...
Το 1948, όταν τα παλιά χρώματα είχαν σβήσει, μέσα στον πολυεπίπεδο χαμαιλέοντα Σπύρο Περιστέρη που είχε περάσει αλλού και δεν εξαφανίστηκε, ανάβει ένα μικρό καθρεφτάκι. Πετάει στην αγορά μιά εκπληκτική σύνθεση, σαν επιθανάτιο σπασμό των παλιών μικρασιάτικων, με την πενηντάρα πιά Ρόζα Εσκενάζι που δε λέει να το βάλει κάτω. Μιλάω γιά το τραγούδι "Τα δικά σου σφάλματα". Eκεί, το βιολί κάνει κάτι απερίγραπτα σύγχρονο, ζωντανό, ρωμαλέο. Ακούστε το και θα με θυμηθείτε.
http://www.fileden.com/files/2008/6/6/1947074/Ta%20dika%20sou%20sfalmata%20%281946%29%20Roza.mp3
To ρεμπέτικο μπορεί να υποκρίνεται πως πέθανε, αλλά ζει κάτω απ' το δέρμα μας.
1 σχόλιο:
μαζί σου για τα χρώματα.
αν και τον πιο σημαντικό λόγο δεν τον είπες - το θεωρείς ίσως αυτονόητο:
διότι οι χρωματικές επιλογές σου για το μπλογκ σου, ή την εκπομπή σου, ή το μαγαζί σου είναι δική σου αισθητική υπόθεση.
έχεις αυτό το δικαίωμα, κι ας ορύονται όσο θέλουν, κι ας μας κουνάν το δάχτυλο, κι ας μιλούν για ασυδοσία οι "δικηγόροι με τη ΒΟΥΛΑ (δεν ευθύνομαι για τους όποιους συνειρμούς)".
επομένως, ακόμη και αν τα χρώματα που επέλεξες μου φαίνονταν παράταιρα με το πώς αντιλαμβάνομαι εγώ το ρεμπέτικο, θα στο ανέφερα απλά και ταπεινά, για τον απλούστατο λόγο ότι όλο το παραμύθι περί αυθεντικότητας, ρεαλισμού, πιστής αναπαραγωγής και αντικειμενικότητας καταρέει σαν πύργος από τραπουλόχαρτα κάθε φορά που ασχολείται μαζί του κάποιος σοβαρός ερευνητής [βλ. π.χ. Νέλσον Γκούντμαν, Οι γλωσσες της Τέχνης, ελλ. μτφ. Πάνος Βλαγκόπουλος, πρώτο κεφάλαιο]. Καταρέει όπως και όλα τα υπόλοιπα παραμύθια που μας τσαμπουνάνε οι αποπάνω ξερόλες, μαζί με μύθους όπως αυτός της δήθεν αστικής τάξης, όπως πολύ σωστά αναφέρεις, τον οποίο αποδόμησε ωραιότατα ο Παναγιώτης Κονδύλης.
αλλά για να επιστρέψουμε στα χρώματα, εγώ επιμένω ότι ακόμη και καταστάσεις όπως κάποιες κακαίσθητες εκπομπές που έχουν προκαλέσει τα δυσμενή σχόλια πολλών φίλων τελευταία, πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε πολύ προσεχτικά: κριτική μεν, και όσο δριμεία θέλουμε, αλλά μην πέφτουμε στη λούμπα του λογοκριτή, να απαιτούμε να διακοπούν, κτλ.
τους συντηρητικούς αλλά και τους αρτηριοσκληρωτικούς μέσα στο χώρο των ακροατών και των μουσικών του ρεμπέτικου τους βίωσα πρόσφατα στο πετσί μου, καταλαβαίνω πολύ καλά για τι πράγμα μιλάς.
δεν το περίμενα ότι θα υπάρχουν άνθρωποι που ασχολούνται με αυτή την πλούσια σε νοήματα και ήχους μουσική οι οποίοι δεν κατάφεραν να αφομοιώσουν τίποτα από αυτό τον πλούτο και παρέμειναν ξεροί και άδειοι μέσα τους.
υ.γ. μήπως ξέρουμε ποιος παίζει βιολί στα δικά σου σφάλματα;
όντως είναι πολύ ιδιαίτερος, έχει δοξαριά που μου θύμισε το μαλεβιζώτη του γέρου σκορδαλού!
θα σου στείλω λινκ αν το βρώ στο δίκτυο, για να καταλάβεις τι εννοώ.
Δημοσίευση σχολίου