Σκεφθείτε ακόμα τι τραγικό θα είναι να δημοσιεύονται νοσταλγικές εικόνες απ΄το σήμερα, μετά από 60 χρόνια...
Αν μπορούσα, θα άνοιγα μιά αλυσίδα από τεβέρνες για νέους ανθρώπους. Όχι σα τις παλιές, όχι δήθεν "αναπαλαιώσεις". Υπάρχουν τρόποι να επιλέγεις θετικά στοιχεία απ΄το παλιό και να τα ενσωματώνεις σε καινούριες και αποτελεσματικές φόρμες. Αν ξέρεις.
Αυτό, το παραπάνω, ο συνδυασμός δηλαδή του παλιού με τη σημερινή ματιά και σημερινές ανάγκες, είναι το κόκκινο νήμα που πάνω του πατάει αυτό το blog. Μόνο που αυτό δεν έχει γίνει καταληπτό. Ακόμα.
Απ΄τη μάνα μου διωγμένος, 1948
ζεϊμπέκικο
τραγ. Μάρκος Βαμβακάρης, Έλλη Λαμπίρη, Β. Τσιτσάνης
Απ΄τη μάνα μου διωγμένος κι απ΄αγάπη ορφανός,
έκανα τους δρόμους ζηλευτο παλάτι μου
και τους πάγκους μες τα πάρκα για κρεβάτι μου
Σα τη ρημαγμένη χώρα μοιάζει η δόλια μου η καρδιά.
κι αν οι ομορφιές μου όλες νεκρωθήκανε,
η ψυχή κι η αρχοντιά μου δε χαθήκανε.
Απ΄τη μάνα μου διωγμένος κι από σένα μακριά,
στη σκληρή μου αλητεία σα ζαλίζομαι,
μιά ζωή καταστραμένη συλλογίζομαι.
Εξαιρετικό τραγούδι με ώριμους και μεστούς στίχους, πολύ καλύτερο απ΄τη "Συννεφιασμένη Κυριακή", κατά τη γνώμη μου.
Μερικά χρόνια αργότερα, το 1954 ή 1955, με τελείως άλλη διάθεση και πολύ έμπνευση, η λεπτή ειρωνεία του πάντα σοβαρού Β. Τσιτσάνη ζωγραφίζει τη νέα κατάσταση. Θά΄ταν άδικο να μη επισημανθεί η άψογη, όπως πάντα, φωνή της Πόλυς Πάνου. Βγάζει στην αγορά το "Μάμπο με τρελές πενιές"
Μάμπο με πενιές
μάμπο
Στην τσέπη κάργα τάλληρα, τραβάει για τα Φάλληρα
με τη Μπέτυ την ομορφονιά, φουλ για τα μπουζούκια για πενιά.
Ο Βάγγος πού΄ναι μάγκας απ΄την πιάτσα,
ο Βάγγος που κρατάει από ράτσα
πω πω πω, τα πίνει και τα σπάει
και για την κοπέλα κάθε είδους κάνει τρέλα.
Μάμπο, μάμπο, μ΄αρέσει να χορεύω,
μάμπο με γλυκές πενιές.
Μάμπο, μάμπο, είν΄ο χορός της μόδας,
χορεύουν τα σαλόνια κι οι φτωχογειτονιές.
Η Μπέτυ λέει "Ευάγγελε, χασάπικο παράγγελε
κι ύστερα, στο κέφι το γλυκό, θέλω ένα μάμπο ιταλικό!"
Κι ο Βάγγος που τρελαίνεται για φούστα
και που δε της χαλάει ποτέ τα γούστα,
τα λεφτά στα όργανα σκορπάει,
να χορέψει μάμπο η μις Μπέτυ με το Βάγγο.
Πολύ έξυπνη η ομοιοκαταληξία "Ευάγγελε-παράγγελε", με το Βάγγο που μετατράπηκε, επί το αξιοπρεπέστερον, σε Ευάγγελο...
Έτσι είναι μετά τους πολέμους. Απλώνονται κύματα χαράς, αισιοδοξίας και όλοι λένε "ποτέ ξανά" (ναι καλά...)
Όπως και νά΄ναι, η αφελής χαρά κουβαλάει μέσα της και μπόλικη σαχλαμάρα. Οι Αμερικανοί, θριαμβευτές του πολέμου και χωρίς ζημιές, δοκιμάζουν τη Μηχανή του Θεάματος. Ο Bob Merrill γράφει, στα όρθια, το τραγούδι "Mambo Italiano" και του το τραγουδάει η Rosemary Clooney. To τραγούδι έκανε θραύση και στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη.
Η Ιταλία το τραγουδάει με τη Sofia Loren κι εμείς με τα μπουζουκάκια για εγχώρια, όπως πάντα, κατανάλωση. Αρχίζουμε ν΄αντιγράφουμε, όχι ότι δε το κάναμε παλιότερα...
Τον επόμενο χρόνο(;) κυκλοφορεί το "Μάμπο Ζεϊμπεκάνο" (...) του Δερβενιώτη, με στίχους του Κολοκοτρώνη. Εδώ το ακούτε με το Γρήγόρη Μπιθικότση και τη Γιότα Λύδια
Το mambo έχει εισβάλλει για τα καλά ΚΑΙ στην Ελλάδα και ξετρελαίνει. Την ίδια χρονιά παίζεται το φιλμ "Η ωραία των Αθηνών" με τη Σπεράντζα Βρανά
Το 1950 πεθαίνει οριστικά αυτό που ονομάζουμε Ρεμπέτικο. Είναι πολλοί που το συνεχίζουν, πιστοί στο πόστο τους, με αριστουργηματικά τραγούδια, λαϊκά πιά. Αυτό όμως έχει πεθάνει. Όχι γιατί εξέλειπαν οι συνθήκες που το κρατούσαν ζωντανό, όσο κι αν υπάρχουν αντιρρήσεις σ΄αυτή τη σκέψη. Αλλά, υπερ-απλοποιώντας, ακόμα και γιατί οι μουσικές που έρχονται απέξω και κατακλύζουν την Ελλάδα, μετατρέπονται σε "γοητευτικές" σαχλαμάρες που κερδίζουν έδαφος. Η παλιά φρουρά, η φρουρά των σοβαρών ανθρώπων που καραβοτσακίστηκαν αποτραβιέται, όπως αποτραβιούνται και σήμερα όλοι οι σοβαροί άνθρωποι.
H ευχή-στίχος το τραγούδι του Μήτσου Περδικόπουλου "Σαν οι καμπάνες θα χτυπούν", "τότε θα πάψει να βροντά στους λόφους στο κανόνι κι έτσι θα κελαηδεί παντού χαρούμενο τ΄αηδόνι" (1948) έγινε στην πράξη "κι έτσι θα κελαηδεί παντού χαζο - χαρούμενο τ΄αηδόνι".
Στο κλαρί ανεβαίνουν στρατιές "νερουλών" που θέλουν να σκορπίσουν το γέλιο, αυτό που όλοι κι όλες έχουν ανάγκη. Το γέλιο όμως, άσχετα αν του πόσο αναγκαίο είναι για τον άνθρωπο, ισορροπεί πάντα ανάμεσα στον εαυτό του και το γελοίο.
Προσπαθώντας να κλείσω αυτή την ανάρτηση θά΄θελα νά΄λεγα ότι απ΄τη δεκαετία του ´50 και μετά, μιλάμε για μιά άλλη, τελείως διαφορετική Ελλάδα που νόμισε και αυτό που νόμισε οδήγησε σ΄αυτό που βρισκόμαστε σήμερα.
Ας κλείσω με ότι πιό γελοίο, κατά τη γνώμη μου, παρήγαγε η υψικάμινος της σαχλαμάρας. Αξίζει το κόπο να μπείτε στο link και να ρίξετε μια ματιά στα σχόλια αρσενικών νεαρών Ελλήνων του 2010.