Ποιός έχει μιά λευκή καρδιά
να γίνουμε συντρόφοι,
να περπατάμε σ΄ερημιές,
να μη θωρούμ΄ανθρώποι;
(παραλλαγμένος μανές του Νούρου-
το πρωτότυπο λέει "ποιός έχει μαύρη την καρδιά..."
Ρίξε, Θεούλη μου, πύρινες γλώσσες φωτιάς,
να χαθούν από προσώπου Γης
όλες αυτές οι παρακμιακές βραδιές "ελληνικών γλεντιών",
αυτές οι ατέλειωτες Μαρίες-Λουίζες
με τα λιπαρο-στρουμπουλά πόδια,
αυτοί οι τραγικοί μπουζουκτσήδες,
που θά΄ταν ύψιστη αγαλλίαση
να του φορέσω τη μπουζούκα για κολλάρο!
(βραδιά που επαναναστήθηκε ο Χριστός
για 2010η, τάχα, φορά...)
καλό σας Πάσχα!
Τί σχέση έχει αυτό με τα παραπάνω; Καμιά. Ή, μήπως έχει κάποια μακρινή; Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι το ρεμπέτικο, ακόμα και μέσα στις πλαστές συνθηκες της φονοληψίας μέσα στη δισκογραφία περιείχε έκσταση. Ιδιαίτερα οι Μικρασιάτες το πετύχαιναν αυτό. Έκσταση που μεταδίνονταν στον ακροατή. Για να το νιώσετε αυτό όμως, πρέπει ν΄ακούσετε κάποια τραγούδια στο σκοτάδι, με ακουστικά στ΄αυτιά. Σας προτείνω, δίνοντας μόνο ένα παράδειγμα, τον Ουσάκ Μανέ του Δ. Ατραϊδη (1929) (;Πόσοι εχθροί μου φαίνονται σαν μπιστευμένοι φίλοι...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου