(Συνέχεια και τέλος αντιγραφής αποσπασμάτων από το βιβλίο του K.J. Dover, Η ομοφυλοφιλία στην Αρχαία Ελλάδα).
"...Το καλύτερο, που μπορούμε να κάνουμε, είναι πρώτον, να δεχτούμε τη λογική υπόθεση ότι η Ελληνική ομοφυλοφιλία ικανοποιούσε μιάν ανάγκη που δεν ικανοποιείτο αρκετά αλλιώς στην Ελληνική κοινωνία, δεύτερον, να εντοπίσουμε και να αναγνωρίσουμε αυτήν την ανάγκη και τρίτον, να εντοπίσουμε και να αναγνωρίσουμε τους παράγοντες που επέτρεψαν και ακόμα ενθάρρυναν την ικανοποίηση της ανάγκης αυτής με τον ομοφυλοφιλικό έρωτα, στη συγκεκριμένη μορφή που πήρε στον Ελληνικό κόσμο. Νομίζω ότι η ανάγκη γιά την οποία συζητάμε ήταν ανάγκη προσωπικών σχέσεων τόσο έντονων όσο δεν συναντώνται συνήθως στον γάμο ή στις σχέσεις ανάμεσα σε γονείς και παιδιά ή στις σχέσεις ανάμεσα στο άτομο και στο κοινωνικό σύνολο. Οι ελλείψεις των οικογενειακών και κοινωνικών σχέσεων μπορούν να αναζητηθούν, σε τελευταία ανάλυση, στην πολιτική διάσπαση του Ελληνικού κόσμου. Η Ελληνική πόλη-κράτος αντιμετώπιζε συνεχώς το πρόβλημα της επιβίωσης στον ανταγωνισμό με επιθετικούς γείτονες και έτσι ο πολεμιστής, ο ενήλικος άντρας πολίτης, ήταν το πρόσωπο που υπολογιζόταν. Η εξουσία της κρίσης και της λήψης πολιτικών αποφάσεων και η δικαιοδοσια της έγκρισης ή απόρριψης των κοινωνικών και πολιτιστικών καινοτομιών ανήκε, σε πολύ μεγάλο βαθμό, στους ενήλικες άρρενες πολίτες της κοινότητας. Η ανεπάρκεια των γυναικών ως πολεμιστών ενίσχυε μιά γενική υποτίμηση των διανοητικών ικανοτήτων και της συναισθηματικής σταθερότητας της γυναίκας. Ο νέος άντρας κρινόταν από τις ενδείξεις που παρείχε για την αξία του ως πιθανός πολεμιστής. Μόνον η Σπάρτη και η Κρήτη έφτασαν στο σημείο να οικοδομήσουν μιά κοινωνία στην οποία οι οικογενειακές και προσωπικές σχέσεις ήταν τυπικά και ουσιαστικά υποταγμένες στη στρατιωτική οργάνωση. Αλλού επικρατούσαν ποικίλλοι και κυμαινόμενοι βαθμοί συμβιβασμού ανάμεσα στις απαιτήσεις της κοινότητας, της οικογένειας και του ατόμου. Οι άντρες έτειναν να συναθροίζονται γιά στρατιωτικούς, πολιτικούς, θρησκευτικούς και κοινωνικούς σκοπούς σε βαθμό που δεν ήταν ικανός να τους μεταμορφώσει βέβαια σε μιάν απόλυτα αποτελεσματική, σιδερένια πολεμική μηχανή, αρκούσε όμως γιά να εμποδίσει την ανεπιφύλακτη ανάπτυξη οικειότητας μεταξύ συζύγων ή ανάμεσα σε πατέρα και γιό.
Εραστής και ερώμενος έβρισκαν ξεκάθαρα ο ένας στον άλλο κάτι που δεν έβρισκαν αλλού...
Στην εποχή μας τα συναισθήματα, που έχω ακούσει να εκφράζονται περισσότερο από μία φορά με τις λέξεις, "είναι αδύνατον να καταλάβω πως ανέχοντο οι Έλληνες την ομοφυλοφιλία", είναι τα συναισθήματα ενός πολιτισμού, που κληρονόμησε μιά θρησκευτική απαγόρευση της ομοφυλοφιλίας και εξαιτίας της κληρονομιάς αυτής δεν έδειξε (ως πρόσφατα) καμιάν ωφέλιμη περιέργεια γύρω από την ποικιλία των σεξουαλικών ερεθισμών, που μπορούν να διεγείρουν το ίδιο πρόσωπο ή γύρω από τη διαφορά ανάμεσα στον θεμελιώδη προσανατολισμό της προσωπικότητας και στην περιστασιακή συμπεριφορά σε επιφανειακό επίπεδο. Οι Έλληνες ούτε κληρονόμησαν ούτε ανέπτυξαν την πίστη ότι μιά θεία δύναμη είχε αποκαλύψει στην ανθρωπότητα έναν κώδικα νόμων για΄τη ρύθμιση της σεξουαλικής συμπεριφοράς. Δεν διέθεταν θρησκευτικούς θεσμούς με την εξουσία να επιβάλλουν σεξουαλικές απαγορεύσεις. Αντιμετωπίζοντας πολιτισμούς αρχαιότερους, πλουσιότερους και περισσότερο ανεπτυγμένους από τον δικό τους, πολιτισμούς που όμως διέφεραν σε μεγάλο βαθμό, οι Έλληνες δεν δίστασαν να διαλέξουν, να προσαρμόσουν, να αναπτύξουν και - πάνω από όλα- να καινοτομήσουν. Διασπασμένοι καθώς ήταν σε μικροσκοπικές πολιτικές ενότητες, είχαν διαρκώς την αίσθηση του βαθμού στον οποίο τα ήθη και τα έθιμα είναι τοπικά. Η επίγνωση αυτή τους προδιέθετε επίσης να απολαύουν τα προϊόντα της επινοητικότητάς τους και να αποδίδουν μιάν παρόμοια απόλαυση στους θεούς και στους ήρωές τους".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου