Δευτέρα 20 Ιουλίου 2009

Τα εγκλήματα στα "ρεμπέτικα"



Το παρακάτω κείμενο γεννήθηκε από μια ευγενική πρόσκληση και υπάρχει και στο
http://eglima.wordpress.com/2008/05/27/rebetiko/#comment-1359


Kαταγίνομαι με το ρεμπέτικο, κάτω από μιά ανήσυχη και αναρχική οπτική γωνία. Το προσδοκώμενο, υποθέτω, είναι να γραφτεί κάτι για το έγκλημα στο ρεμπέτικο. «Εγκλήματα» υπάρχουν μερικά, μέσα στις χιλιάδες των τραγουδιών και η αυτόματη αντίδραση θα ήταν να πω δυο λόγια για το πιο γνωστό, το τραγούδι «Κακούργα πεθερά» (1931) του Ιάκωβου Μοντανάρη, σε τέσσερις διαφορετικές εκτελέσεις με τον Νταλκά, Νούρο, Ρ.Εσκενάζι και Μαρίκα Φραντζεσκοπούλου. Δεν έλκομαι όμως καθόλου. Είπα…, είπα…, αλλιώς. Όχι τα ίδια και τα ίδια. Άλλους θάμνους φλεγόμενους, με εσωτερικές πυρκαγιές. Όχι στις κούφιες και ουσιαστικά τρυφερές απειλές του ευαίσθητου Μάρκου Βαμβακάρη («θα σού΄χυνα πετρέλαιο κι ύστερα να σε κάψω και μες το ξεροπήγαδο να πα΄να σε πετάξω»).

Πιστεύω (τι πιστεύω, το εννοώ!) ότι κάποιες πραγματικές απειλές εκτοξεύονται μέσα σε κάποια Μικρασιάτικα, αυτά που τα λέμε Σμυρνέικα. Πάλι όμως δε θέλω να μιλήσω για τέτοια. Προτιμώ το παιχνίδι σε δύο ταμπλό. Λίγο στα Μικρασιάτικα και ρεμπέτικα και, κύρια, στους αμέτρητους «φόνους» που εκτελούνται στο τοπίο του μυαλού και σήμερα.

« Δε περνάει μέρα που να μη θέλω να μαχαιρώσω κάποιον», διάβασα κάπου και μου άρεσε.
Θεωρώ πως η σημερινή καθημερινή ζωή στην Ελλάδα είναι ένα είδος virtual συνεχούς επανάληψης του φονικού οργίου του Τρωικού πολέμου. Εκατοντάδες χιλιάδες μαχαιρώματα, πυροβολισμοί με πιστόλια και αυτόματα, στραγγαλισμοί εκτυλίσσονται γύρω μας αθόρυβοι, μέσα στο σκοτάδι του νου και των σπλάχνων.



Εγώ σκοτώνω τη γκόμενα,



εσύ πνίγεις τον πατέρα σου ή τη μάνα σου,



αυτός τεμαχίζει τον προϊστάμενο,



αυτή τρώει ζωντανό τον εραστή,



αυτό μαχαιρώνει το φίλο του,



εμείς πολυβολούμε το αλλοτριωμένο πλήθος,



εσείς ποδοπατάτε τους οπαδούς της αντίπαλης ομάδας στα γήπεδα,



αυτοί θα΄θελαν, ίσως και χειρότερα αλλά δε τολμούν ούτε στη φαντασία τους.



Έτζι, μέσα στα απέραντα τοπία των «πτωμάτων» ανασύρω με το τσιμπιδάκι του γραμματοσυλλέκτη τους άντρες φονείς, όχι μόνο γιατί τους ξέρω, για ευνόητους λόγους, καλύτερα, αλλά και επειδή είναι φονιάδες και «φονιάδες» κατ΄εξακολούθηση.

Οι γυναίκες όταν φτάνουν να σκοτώσουν έχουν αγγίξει ή υπερβεί τα ύστατα άκρα των αντοχών τους. Εξαιρέσεις υπάρχουν πάντα στις γενικεύσεις, αλλά οι γυναίκες είναι προγραμματισμένες να παράγουν και να προστατεύουν τη ζωή. Οι άντρες δε καταλαβαίνουν γρυ από τέτοια, δεν ιδρώνει η μύτη τους. Οι άντρες δεν παράγουν ζωή, απλά τη μοιράζουν. Οι τράπεζες σπέρματος αναμένουν με ανυπομονησία τις εξελίξεις…

Θά΄χετε προσέξει ότι στα «ξαφνικά εγκλήματα», όπου εμείς μαθαίνουμε μόνο την τελευταία πράξη του εσωτερικού δράματος, οι γείτονες και οι γνωστοί/ές λένε συνήθως τα ίδια στερεότυπα. «Μα, ήταν τόσο καλός, τόσο ευγενικός, τόσο σιωπηλός και ντροπαλός… Πώς μπόρεσε να κάνει ένα τέτοιο πράγμα;» Αυτά τώρα για κάποιον που τεμάχισε με ηλεκτρικό πριόνι, μοίρασε τα κομμάτια σε κάδους απορριμμάτων και άλλα τέτοια, Ή, απλώς, ένα «μπαμ», ένα σφίξιμο του λαιμού και, τέλος.

Αυτά είναι εγκλήματα που, έτσι ή αλλιώς, τα περιμένει μια τιμωρία. Τα άλλα όμως; Αυτά που τελούνται και εκτελούνται στο χώρο της φαντασίας; Για να μη μιλήσουμε για τα εκατομμύρια καθημερινούς virtual βιασμούς… Μα, και τι πειράζει, θα αντιτείνει κάποιος/α. Είναι ακίνδυνες πράξεις λύτρωσης. Ναι, είναι και κανείς/καμιά δεν έχει το δικαίωμα να υπεισέλθει σ΄αυτούς τους κλειστούς χώρους που μυρίζουν χνώτα μοναχικά, δωμάτια που το σκοτάδι μασάει τα νύχια του και φως δε μπαίνει από πουθενά.

Ένα τελευταίο.
Οι άντρες εγκληματούν για χιλιάδες λόγους. Μοναχικούς και φανερούς. Ένας σημαντικός φανερός
είναι «η γνώμη των άλλων». Τι θα πουν οι άλλοι για μένα. Πως θα κυκλοφορώ, ακόμα και στην ανωνυμία των μεγάλων πόλεων, τι θα νιώθω όταν με κοιτάζουν με χακί βλέμμα. Αυτά τα λένε «εγκλήματα τιμής». Δεν είναι έτσι απλό. Είναι εγκλήματα προσωπικής, βλακώδους αν θέλετε, αντρικής αξιοπρέπειας. Αυτή την αξιοπρέπεια που την έχουν οι περισσότεροι χτίσει με τα ίδια υλικά και με πανομοιότυπο αρχιτεκτονικό σχέδιο. Ουσιαστικά, οι άλλοι που κρίνουν είναι συνένοχοι. Συνένοχοι στην ίδια ανοησία, στους μηχανισμούς αυτοτυραννίας. Άλλωστε, βράζουν κι οι ίδιοι μέσα στα ίδια κόπρανα…

Και η ζωή συνεχίζει το δρόμο της αδιάφορη για τις σαχλαμάρες που επινόησαν οι «πολιτισμοί» μας. Συνεχίζει ως εκεί που η αυτοσυγκράτησή μας θα της επιτρέψει. Μετά, θα πέσει ένα σκοτάδι και κάποτε, χωρίς εμάς πια, ένα φυλλαράκι θα ξαναφυτρώσει. Ένα καινούριο φυλλαράκι που θα είναι ακόμα πιο αδιάφορο από τα σημερινά φυλλαράκια, γιατί δε θα΄χει κρατήσει τίποτα μέσα στη γενετική του μνήμη. Τα άχρηστα απορρίπτονται…
Ποιος ο λόγος λοιπόν να μιλήσουμε για τις υποδιαιρέσεις και τα υποσύνολα του ρεμπέτικου;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου