Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

Πάλι το μαύρο κατσίκι... (γιά το Μάρκο Βαμβακάρη)


Όταν όλοι τρέχουν προς την ίδια κατεύθυνση,
είναι συχνά το πιό σωστό να κάνουμε όπως όλοι οι άλλοι.
(όχι όμως το μαύρο κατσίκι!)

Φαίνεται πως η "βιοτεχνία" η χτισμένη στο όνομα του Μάρκου Βαμβακάρη δουλεύει καλά, αναπτύσσεται και όλο και καινούριοι πελάτες προστίθενται.
Κανείς απ΄όσους ξέρουν δεν αμφιβάλλει γιά την τόλμη, το ταλέντο, την επιμονή του Μάρκου Κανείς. Αυτός ήταν, ουσιαστικά, η διάδοχη λύση στη Μικρασιάτικη μουσική. Πάνω σ΄αυτόν πάτησαν οι άλλοι. Ήταν ο πρώτος της νέας σκυταλοδρομίας και γι αυτό, ένα είδωλο.
Μιλώντας γενικά, τα είδωλα όταν παραμένουν ακλόνητα, καταντούν επικίνδυνα. Όταν δεν υπάρχει μιά έστω και λίγο διαφορετική φωνή, καταντάει ανησυχητικό.

Η Ελλάδα - και όχι μόνο - είναι μοναδική στο να δημιουργεί και να διατηρεί είδωλα. Το να τα δημιουργεί, είναι απόλυτα λογικό. Το να τα διατηρεί ανέπαφα και να μην ακούγονται αντίθετες φωνές είναι, κατά τη γνώμη μου, σημάδι στατικότητας.

Εγώ δε θέλω να σηκώσω το λιλιπούτειο ανάστημά μου (είμαι 1,87 εκ.) απέναντι σ΄ένα είδωλο. Ποιός είμαι γώ; Θέλω μόνο να προσπαθήσω να εμβαθύνω σε κάποια πράγματα, με την ελπίδα να πάμε παραπέρα.

Είναι πολλές και ποικίλλες οι αιτίες που λατρεύεται τόσο πολύ ο Μάρκος (βλ.
http://elkibra-rebetiko.blogspot.com/2008/03/t.html και http://elkibra-rebetiko.blogspot.com/2008/05/h.html
και έχουν μέσα τους και πολλά καλά στοιχεία. Τα νέα παιδιά βλέπουν το Μάρκο, εκτός όλων των άλλων, και σα μάγκα με τα ούλα του, και αυτό είναι καλό. Γιατί ο Μάρκος είχε, κατά τη γνώμη μου, τα καλά στοιχεία ενός έξυπνου και συγκρατημένου μάγκα.

Υποθέτω πως κάποια απ΄τα βασικά στοιχεία της ταύτισης μ΄αυτό το είδωλο είναι,

η ειλικρίνειά του και το τολμηρό ξεσκέπασμα του εαυτού του,


οι πολλές σχέσεις του με γυναίκες και το τυράγνισμά του απ΄αυτές,


και ότι τα τραγούδια του είναι εύκολα, τρόπος του λέγειν εύκολα γιατί έτσι νομίζεται, απλά όμως σε σχέση με την προηγούμενη Μικρασιάτικη σχολή που ήταν ιδιαίτερα εκπλεπτυσμένη και πολύ δύσκολη να παιχτεί σε remake. Ο Μάρκος ήρθε και είπε 5 ή 205 απλά πραγματάκια και σταμπάρισε το τοπίο του ρεμπέτικου.

Πέρα απ΄όλ΄αυτά, γύρω απ΄τη ζωή του Μάρκου έχει χτιστεί και αναπτυχθεί μιά δακρύβρεκτη ψευτο-φιλολογία του ανθρώπου που μαρτύρησε.

Ο Μάρκος ξεκίνησε από μεγάλη φτώχεια (τόσο μεγάλη και τόσο ασυνήθιστη;) και βρέθηκε "ορφανός" (ήταν ο μόνος;) στο λιμάνι του Πειραιά, δούλεψε στα σφαγεία (αυτό πιά κι αν είναι τρομερό), μπλέχτηκε με το χασίσι που τον κυριάρχησε, σύρθηκε στους τεκέδες, συνάντησε μιά γυναίκα που τον βασάνισε και δε μπορούσε να την ξεχάσει (απίστευτα περίεργο κι ασυνήθιστο...) μεσουράνησε και κάποια στιγμή άρχισε να δύει και να ξεπερνιέται (πράγμα επίσης ασυνήθιστο...), οι "φίλοι" τον ξέχασαν (επίσης ασυνήθιστο...), αργότερα τον "ξανανακάλυψαν" και άρχισε η δεύτερη πράξη της ιστορίας του. Στο μεταξύ είχε αρρωστήσει (πράγμα απόλυτα λογικό, λόγω και κακής ζωής). Σ΄αυτή την περίοδο ο Μάρκος, με σπασμένα τα φτερά και μη καταλαβαίνοντας (βλ. μη θέλοντας να χωνέψει) ότι οι καιροί είχαν αλλάξει αλλά ο ίδιος όχι, δέχεται να πει τα παρακάτω λόγια στο εισαγωγικό ταξίμι του δίσκου 33 στροφών "Μάρκος Βαμβακάρης- 40 χρόνια":

http://www.fileden.com/files/2008/6/6/1947074/01%20Eisagogi.mp3


Σαράντα ολόκληρα χρόνια πέρασαν από τότε που ετραγούδησα γιά πρώτη φορά, με το γλυκό μπουζούκι μου, μπροστά σε χωνί φονογράφου. Το θυμάμαι καλά. Ήταν ο φονόγραφος της ODEON. Και ήρθαν όμορφες εποχές, και ήρθαν άσχημες, που ο Μάρκος μπήκε παραπονούμενος στο περιθώριο. Εγώ όμως, όλο κι έφτιαχνα στιχάκια και μουσικές. Έλεγα: κάλιο, Μάρκο, να σβύσεις όρθιος, ζωντανός, με ένα τραγούδι στο στόμα. Σήμερα, μετά από 40 χρόνια, με φώναξαν να τους δώσω τα τραγούδια μου τα ωραιότερα κι εγώ, άκουσα το κάλεσμά τους. Ήταν σα βάλσαμο στην πονεμένη και πικραμένη ψυχή του Μάρκου...

Θυμάμαι, όταν το πρωτάκουσα, πόσο με πλήγωσε. Μου χαλούσε την εικόνα που είχα γι αυτόν, αυτή η σχεδόν ζητιάνικη ευγνωμοσύνη. Δε στρέφομαι εναντίον του, τον καταλαβαίνω. Είναι η ζωή έτσι και πως μας κάνουν. μας χτυπάνε ακατάπαυστα, μας διαλύουν την προσωπικότητα, μας κλέβουν την αξιοπρέπεια, μας κάνουν να αισθανόμαστε ευγνώμονες, δίνοντάς μας κουρέλια και μπουκιές. Κάτι αντίστοιχο πρόκειται, μάλλον, να γίνει τα επόμενα χρόνια με τη χιονοστιβάδα της "οικονομικής κρίσης" που ανοίγει το δρόμο γιά επαναδιάρθρωση και ξεσκαρτάρισμα...
Εκεί, σ΄εκείνο το σημείο, όσο κι αν ακούγεται ρομαντικό, γκρεμίστηκε ο υπερμεγέθης Μάρκος μέσα μου και το μεγάλο σώμα του σήκωσε ένα κουρνιαχτό σκόνης.


Τηρουμένων των αναλογιών, ο Μάρκος όπως κι άλλοι, ήπιαν το ίδιο πικρό ποτήρι που είχαν πιεί παλιότερα οι Μικρασιάτες συνθέτες, στιχουργοί και τραγουδιστές. Απ΄αυτούς όμως δεν έμειναν παρά σκόρπιες πληροφορίες. Γκρεμίστηκαν μόνοι και ξεχασμένοι μέσα στο σκοτάδι. Έμεινε μόνο η διήγηση γιά τον αυτοκαταστροφικό, περήφανο και πεισματάρη Βαγγέλη Παπάζογλου:

"Του τα κόψανε γιατί δεν δέχτηκε ν΄αλλάξει ούτε ένα λόγο. Στον "Μπατίρη" αυτό ο λόγος ήτανε όλο το νόημα του τραγουδιού. Εκεί που λέει "Ελεύθερος να ζήσω" του το σημειώσανε να το σβήσει και να γράψει "χαρούμενος να ζήσω" και μάλιστα τό΄γραψε εκεί μπροστά τους.

"Έτσι σας αρέσει;" τους ειπε. Του είπανε "Ναι". "Ε...εμένα έτσι δεν μ΄αρέσει. Εγώ δεν είμαι χαρούμενος αν δεν είμαι λεύτερος. Εγώ άμα έχω σκλαβιά πάνω απ΄το κεφάλι μου δε γελάω".

Και γύρισε και είπε στην ξανθιά, την αντιπαθητικιά, την γεροντοκόρη την κανκάγια, που ήτανε μέσα εκεί;

"-Είδες που με ρώτησες προηγουμένως γιατί τελειώνειο το επίθετό μου σε -ογλου και δεν σου απάντησα; Σου απαντάω τώρα. Εγώ γεννήθηκα μέσα στην Τουρκιά... και δεν ηγέλασε ποτέ τ΄αχείλι μου εκεί πέρα. Εγώ δεν γελάω άμα δεν είμαι λεύτερος. Έτσι είμαι μαθημένος. δεν τα δίνω τα κομμάτια.

"- Μα οι άλλοι όλοι, Ορίστε! Εδώ είναι τα κομμάτια! Πώς τα δώσανε; Δεν είναι τίποτα. Ένα λογάκι. Μην κάνεις έτσι!

"-Δεν μ΄ενδιαφέρει τι κάνουνε οι άλλοι. Εγώ είμαι αυτός που είμαι. Δεν κάνω ότι κάνουνε οι άλλοι.

"- Και τι θα κάνεις; του είπανε.

"- Δεν ξέρω τι θά΄κανα αν δεν έσιαζα τραγούδια, αν δεν έπαιζα, αν δεν τραγουδούσα. Με τα τραγούδια δεν παίζω, δεν κάνω αστεία... Χαίρεται!

"-Έλα δω, του λένε. Γύρνα πίσω, έλα δω! Γιατί μας χαιρέτησες στρατιωτικά;

"- Πώς στρατιωτικά;

"-Τώρα, τώρα, έτσι που μας χαιρέτησες, τί ήτανε αυτό;

"-Α, γι αυτό λέτε; Δεν είπαμε πως είμαι τουρκομερίτης; Δεν είπαμε πως τελειώνει το επίθετό μου σε -ογλου; Έτσι χαιρετάμε εμείς στο σιχτίρ πιλάφι όταν αποχαιρετάμε τελευταία φορά!"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου