Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2008

Ασκήσεις στο μαύρο... (1)

Μου λέγαν χτες γιά έναν αρχιτέκτονα Αργεντίνο που πολέμησε με νύχια και δόντια την τότε δαιμονική χούντα της χώρας του και πέθανε στα 56 του χρόνια στη Σουηδία, όπου ζήτησε πολιτικό άσυλο. Έβγαλε καρκίνο στον εγκέφαλο απ΄τα συνεχή ηλεκτροσόκ που τον είχαν υποβάλλει οι βασανιστές του, επί 2,5 χρόνια.

Όταν ήταν στα τελευταία του, χαμογελώντας στην ομάδα των αγαπημένων φίλων που ξενυχτούσαν ολόγυρά του, τους έλεγε να μη στεναχωρεθούν που θα έφευγε. Ζήτησε μονάχα να τον κάνουν ένα ζεστό μπάνιο. Οι νοσοκόμες σήκωσαν το αδρανοποιημένο σώμα του με μικρά βίντσια και τον βάλαν σ΄ένα δωμάτιο με ζεστούς ατμούς και νερά.

Ο άνθρωπος, έχοντας αγγίξει τη σοφία του επερχόμενου θανάτου, έβγαζε βαθιές ανάσες ευχαρίστησης και τους έλεγε πως αυτά, αυτά τα μικρά πράγματα είναι οι πραγματικές και ουσιαστικές χαρές της ζωής. Το ζεστό νερό πάνω στο σώμα κι όχι οι αγώνες, οι τρεχάλες να προλάβεις, οι διεκδικήσεις, οι καριέρες, το ατέλειωτο μπέρδεμα του ανθρώπινου βίου.

Όταν το κατάβρεγμα τελείωσε, έπεσε σε μιά γαλήνια νάρκη και τις πρώτες πρωινές ώρες παράδωσε το πνεύμα του.

Κάτι παραπλήσιο με τη γαλήνη που έδωσε το ζεστό νερό στο σώμα του Αργεντίνου, ήταν η περίπτωση του καλόκαρδου Κώστα Μασσέλου (Νούρου).

Η ειδικότητά του ήταν οι μανέδες. Κι ήταν πολύ μεγάλο το αποτέλεσμα μόνο όταν του έπαιζε ο Ογδοντάκης. Αυτοί οι δυό θαρρείς και γίνονταν ένα. Σε ένα-δυό μανέδες που παίζει το γλυκύτατο, αλλά κάπως "σκληρό" βιολί του Σέμση, είναι κάτι διαφορετικό. Ο Νούρος είπε και μιά σειρά άλα τραγούδια, αλλά είναι εμφανές πως εκεί έβγαινε απ΄τα νερά του.

Σήμερα, δε μπορείς να πεις σε έναν άνθρωπο απροετοίμαστο ν΄ακούσει μανέ. Είναι σα να του λες ν΄αλλάξει τον τρόπο αμφίεσής του/της και να βάλει φουστανέλλα. Δε γίνεται. Ο μανές κουβαλάει μιά σοφία που την έχουμε χάσει, παντοτεινά. Οι γηγενείς Έλληνες τους πρόλαβαν, γιά λίγο, πριν σαρωθούν τ΄αυτιά τους από δυτικές κλίμακες.

Ακόμα κι αν υπήρχε κάποιος που θα μπορούσε, κουτσά στραβά, να ξαναζωντανέψει τη μυσταγωγία που δημιουργούσε ο Νούρος (σύμφωνα με διηγήσεις κάποιων που τον πρόλαβαν), πολύ δύσκολα θα κατάφερνες ένα νεαρό ζευγαράκι να πάει να ακούσει. Θα προτιμούσαν, και είναι απόλυτα φυσικό, να πάνε σε μιά συναυλία στο Λυκκαβητό ή στο Καυταντζόγλειο ή σ΄ένα ανοιχτό χώρο στην επαρχία, ν΄ακούσουν ένα τραγουδιστή ή μιά τραγουδίστρια μαζί με χιλιάδες άλλους/ες, να νιώσουν μιά άλλη μυσταγωγία, κρατώντας ένα αναμένο αναπτηράκι που το κουνάν πέρα-δώθε.

Αν τους κατάφερνες και υπήρχε ο κατάλληλος τραγουδιστής μανέδων (όχι σα κάποιους που αμολάνε κάτι κοτρόνικες κορόνες σ΄ένα ανασούμπαλο και κακόγουστο remake) τότε, το βλέπω, θα της κρατούσε εκείνος το χέρι και το κλίμα θα τους σήκωνε ψηλά, σε άγνωστες γι αυτούς διαστάσεις. Κάτι τέτοιο όμως δεν υπάρχει...

(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου