Ο Γρηγόρης Ασίκης, ο...Little Richard
Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΝΤΑ ΚΑΤΑΒΡΟΧΘΙΖΕ
(ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ) ΝΑ ΚΑΤΑΒΡΟΧΘΙΖΕΙ
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΝΑ ΦΤΥΝΕΙ ΤΑ
ΥΠΟΛΕΙΜΜΑΤΑ ΣΤΙΣ ΚΑΤΑΒΟΘΡΕΣ
ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ...
Αν βλέπαμε τον άνθρωπο της πρώτης φωτογραφίας στο δρόμο, δε θα του δίναμε την παραμικρή σημασία. Αν σκεφτόμασταν κάτι, θα ήταν του τύπου, "ένα φουκαριάρικο, εγκαταλειμένο γεροντάκι. Συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος, λογιστής, κάτι τέτοιο...". Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος ήταν ο Γρηγόρης Ασίκης! Κωνσταντινοπολίτης, γεννημένος το 1890, από την Πολίτισσα Μαριάνθη και τον Μυτιληνιό Βίκτωρα. Ένας Ικανότατος (με κεφαλαίο Ιώτα), αρκετά παραγνωρισμένος μουσικός, συνθέτης, στιχουργός που "στραγγαλίστηκε" το 1936, μαζί με πολλούς άλλους, ξεχάστηκε, περνώντας στα αζήτητα και αναχώρησε απ' αυτό τον κόσμο στις 7 Οκτώβρη του 1966.
Ας τον αφήσουμε γιά λίγο στην άκρη και θα τον ξαναπιάσουμε ...
Στη δεύτερη φωτογραφία, ο Aμερικανός μαύρος τραγουδιστής του rock n' roll Little Richard...
Στην τρίτη, ο παμπάλαιος Γιώργος Κατσαρός - Θεολογίτης.
Ας πω απ' την αρχή ότι η χρησιμοποίηση του "κράχτη" Little Richard, ανάμεσα στους δυό Έλληνες, μοιάζει σα φτηνιάρικο δημοσιογραφικό, κλούβιο πυροτέχνημα. Το ξέρω. Το κείμενο επίσης που ξεδιπλώνεται παρακάτω μπορεί να μοιάζει παραληρηματικό αλλά, "αφού ο κόσμος παίρνει ένα παραληρηματικό δρόμο, εμείς πρέπει να υιοθετήσουμε μιά παραληρηματική οπτική" (JEAN BAUDRILLARD - Η διαφάνεια του κακού)
Όταν ήμουνα στην πρώιμη εφηβεία, υπήρχε ένας θερινός κιν/φος στην Πλ. Κυψέλης της Αθήνας, το "Αττικόν". Πηγαίναμε εκεί όλη η τσακαλοπαρέα, αναφανδόν, άσχετα με το τι έργο έπαιζε, και δεχόμασταν ευχαρίστως την πλύση εγκεφάλου που μας έκανε το νέο μοντέλο που είχε αγκαλιάσει την πληγωμένη χώρα, ο αμερικάνικος κινηματογράφος. Είχαμε και κάτι ζεστό μαζί μας γιατί έκανε ψυχρούλα τα βράδυα, άσχετα αν ήταν καλοκαίρι. Όχι η σημερινή κόλαση. Ωραία ήτανε... Ένα βράδυ, σε κάποιο ασπρόμαυρο έργο της εποχής, βλέπω ένα μαύρο τραγουδιστή που χοροπηδούσε και έλεγε, με μιά φωνή που την έκανε ότι ήθελε, ένα τραγούδι που με ξεσήκωσε, το "Lucille". Λεγόταν Little Richard (Richard Wayne Penniman -http://en.wikipedia.org/wiki/Little_Richard ).
Ήταν αδύνατος, κομψός και είχε ένα κοκοράκι στο μαλλί που ήταν πολύ μακρύ και πήγαινε πέρα δώθε. Ήταν τότε, τί νά'ταν; Θαρρώ, αρχές δεκαετίας του ΄60. Ε, άκουσα τα τραγούδια του γιά κάποιο καιρό, τον ξέχασα.
Μ' ένα τίναγμα της μνήμης, φτάνουμε στον Ιούλιο του 1990. Βρίσκομαι σ' ένα νησί της Σουηδίας, την Öland. Η γυναίκα μου είναι έγκυος στον 7ο μήνα του πρώτου μας παιδιού. Λέει ο αδερφός της, "πάμε απόψε ν' ακούσουμε τον Little Richard που έχει έρθει και τραγουδάει το βράδυ; Κόντεψα να πέσω κάτω! Ο Little Richard; Καλά, υπάρχει ακόμα ο Little Richard; Άρχισα να κάνω αμήχανες προσθαφαιρέσεις για να βρω πόσο χρονώ μπορεί να ήταν όταν τον πρωτοείδα στον κιν/φο, τότε. Βρήκα πως ήταν 28 χρονώ τότε. Απίστευτο! Και να, που βρισκόμαστε λίγα μόνο μέτρα από τη σκηνή και βγαίνει ένας ακμαίος, κουστουμαρισμένος με λαμέ, που χορεύει και τραγουδάει, μεταξύ άλλων, τη "Lucille". Ομοφυλόφιλος, με τεντωμένο πετσί στο πρόσωπο (lifting γαρ), με το κοκοράκι του, τραγούδησε μιά ολόκληρη ώρα,. Ο γιός, μέσα από την κοιλιά, διαμαρτυρόταν (;) γιά το δυνατό ήχο της drums, ρίχνοντας κάτι ξεγυρισμένες κλωτσιές.
Θα αναρωτιέστε, πού το πάω και τι σχέση έχει ο Little Richard (Richard Wayne Penniman (born December 5, 1932) ) με τον Γρηγοράκη Ασίκη. Παραπλήσια σχέση με αυτή που μπορεί νά'χει ένας ιπποπόταμος με μία πεταλούδα. Έχουν κάποια σχέση; Ναι, έχουν!
Ακούστε τον, όταν τον πρωτοείδα στον κινηματογράφο εγώ, στη μεγαλύτερη επιτυχία του.
Δε διάλεξα τον Little Richard γιά λόγους προσωπικής νοσταλγίας. Θα μπορούσα κάλλιστα να πάρω ένα σύγχρονο όνομα, τον 50cent ή τον Kenye West. Τον διάλεξα γιατί είναι ένα "ιερό τέρας" του παρελθόντος, γεννήθηκε το 1932 (εποχή που ενδιαφέρει το παρόν blog) και είναι ένα καλό παράδειγμα της "διατήρησης" και "κατάψυξης" προσώπων της αμερικάνικης υπερβιομηχανίας θεάματος. Και βέβαια, ο Little Richard ζει ακόμα και βασιλεύει...
Ας ξαναγυρίσουμε στον Κωνσταντινοπολίτη Ασίκη.
Πρώτα, ας δώσω ένα στίγμα γιά το λόγο που γράφω αυτά τα πράγματα. Ξέρω πως το να μιλάει κανείς γιά ξεχασμένους και μακαρίτες Μικρασιάτες μουσικούς, σα την περίπτωση Γρ. Ασίκη είναι - πώς να το πω; - εκτός τόπου και χρόνου. Ξέρω ακόμα πως ένα blog που αναφέρεται στα ρεμπέτικα, διαβάζεται(;) - ούτε κάτι τέτοιο συμβαίνει, αλλά δεν έχει μεγάλη σημασία - απ' αυτούς/ές (στη συντριπτική πλειοψηφία "αυτούς") που ενδιαφέρονται γι αυτά. Το ακόμα δυσκολότερο, με την περίπτωσή μου, είναι πως, ουσιαστικά, δεν αποτείνομαι εκεί. Δε πιστεύω πως ενδιαφέρονται γιά τέτοιου είδους προσεγγίσεις... Αποτείνομαι σε όλους/ες τους άλλους/ες που έχουν μιά, από κακή έως αδιάφορη σχέση με το θέμα. Αυτοί όμως οι άνθρωποι δε θα κατανάλισκαν ούτε δευτερόλεπτο σ' ένα τέτοιο blog. Έτσι, ο δρόμος που ακολουθώ δεν οδηγεί πουθενά, είναι ένα blind alley. Κι όμως, συνεχίζω...
Προσπαθώ λοιπόν, έχοντας μπροστά μου σα θέα ένα σκοτεινό και αμίλητο δάσος, σ' ένα προάστειο που κατοικείται από "τρύπιους ανθρώπους" ενός άλλου πλανήτη και εν έτει 2008, να πω κάποια πράγματα γιά έναν άνθρωπο που δεν ενδιαφερόμαστε γι αυτόν και δεν αντέχουμε, στην ουσία, ν' ακούσουμε τα πραγματικά υπέροχα και ιδιότυπα τραγούδια του.
Αυτός λοιπόν ο γλυκός, προοδευτικός και ερωτικός Μικρασιάτης, γεννήθηκε, μάλλον, το 1890, πέντε δηλαδή χρόνια νωρίτερα από τον Γιώργο Κατσαρό, που θα πούμε δυό λογάκια γι αυτόν στο τέλος αυτού του παραληρηματικού σημειώματος.
Κάποια στοιχειώδη βιογραφικά του στοιχεία μπορείτε να βρείτε στο Διαδίκτυο, πληκτρολογώντας τ' όνομά του. Λένε πως τραγούδησε και σύνθεσε περίπου 100 τραγούδια. Ήταν ερωτικός όσο λίγοι άλλοι στους στίχους του. Με τον απλό, λαϊκό τρόπο του ανακατέματος των τρυφερών λέξεων μαζί με "σκληρότερες" και την, πραγματικά, ιδιότυπη φωνή του, τους ασυνήθιστους ρυθμούς και τις μπερμπάντικες παρεμβολές, διαφοροποιείται από τους άλλους συνθέτες.
Σήμερα που διάγουμε την εποχή της δήθεν μετα-σεξουαλικής "απελευθέρωσης", μας θυμίζει πως ηχεί η καρδιά του λαϊκού άντρα όταν ποθεί μιά γυναίκα. Δυνατά, ξεκάθαρα, σα γιγάντιο ξυπνητήρι. Αν σκύψετε πάνω στα τραγούδια του, μη βιαστείτε να βγάλετε συμπεράσματα. Λένε πως έγραψε τραγούδια μελαγχολικά, γιά τη φτώχεια, την ορφάνεια, τη δυστυχία. Και βέβαια τό'κανε. Έγραψε ΚΑΙ γι αυτό που έβλεπε γύρω του. Όμως είχε μέσα του ένα χιούμορ, αισιοδοξία και χαρά. Αυτά τα υπέροχα χαρίσματα που κουβαλούσαν οι πρώην λαϊκές τάξεις, ενώ όλα γύρω τους ήταν μαύρα και καμιά έξοδος δε φαινόταν από το σκοτεινό τούνελ. Η διαφορά, σ' αυτό το σημείο, με το σήμερα είναι ότι, σαν αντίδοτο στην αηδία και την
αδιαφορία δίνεται η χαζοχαρούμενη "αισιοδοξία" των μέσων μαζικής ενημέρωσης και η δήθεν "καψούρα" (αυτή η φρικτή λέξη...).
Γιά δικό μου λογαριασμό προτιμώ τη φτώχεια ενός αγρότη σε μιά απομακρυσμένη περιοχή στην Ινδία, μακριά από το "οικονομικό θαύμα" που πάει να χτιστεί εκεί, από την ψυχική κατάθλιψη ενός καλοστεκούμενου Αμερικανού που ζει στο Manhattan, ή κάποιου Έλληνα "αστού" που πηγαινοέρχεται με το αυτοκίνητό του σ' ένα από τα νεκρά προάστεια στα βόρεια της Αθήνας. Ο Ινδός είναι πολύ πιό ευχαριστημένος και ισορροπημένος.
Γιά δικό μου λογαριασμό προτιμώ τη φτώχεια ενός αγρότη σε μιά απομακρυσμένη περιοχή στην Ινδία, μακριά από το "οικονομικό θαύμα" που πάει να χτιστεί εκεί, από την ψυχική κατάθλιψη ενός καλοστεκούμενου Αμερικανού που ζει στο Manhattan, ή κάποιου Έλληνα "αστού" που πηγαινοέρχεται με το αυτοκίνητό του σ' ένα από τα νεκρά προάστεια στα βόρεια της Αθήνας. Ο Ινδός είναι πολύ πιό ευχαριστημένος και ισορροπημένος.
Ξαναγυρίζοντας στο προηγούμενο περί μελαγχολίας, μελαγχολικά τραγούδια έγραψε ο Τζουανάκος και στη συνέχεια πολλοί άλλοι, μετά τον εμφύλιο. Για να μην πούμε γιά τη "γκρίνια" του Μάρκου και τα "παθήματά" του, που δεν ήταν δα και τίποτα ιδιαίτερα... Οι Μικρασιάτες, μ' όλα τα σκαμπίλια που φάγαν απ' όλες τις μεριές, στάθηκαν πάντα λεβέντικα όρθιοι, περήφανοι, κεφάτοι, μεστοί, ερωτικοί, πλημμυρισμένοι από τους δαιμονικούς χυμούς της Ανατολής. Η γκρίνια είναι ελλαδικό φαινόμενο...
Ο Γρηγοράκης Ασίκης έγραψε ότι μπόρεσε, ώσπου ο Μεταξάς με το νόμο του τον στραγγάλισε. Προσπάθησε να συνεχίσει και ανήκει σ' αυτούς που συνεργάστηκαν, όσο μπόρεσαν, με τους μπουζουκανθρώπους.
Οι αντιπρόσωποι του πειραιώτικου ρεμπέτικου έδειξαν τη γνωστή ελλαδίτικη αχαριστία και, πιστεύω, χάρηκαν κατά βάθος γιά την περικοπή της υπερπαραγωγής των μικρασιάτικων τραγουδιών. Δε νομίζω να τους καθόταν καλά όλος αυτός ο κατακλυσμός, άσε που αυτοί που "λύναν και δέναν" στις εταιρίες ήταν Μικρασιάτες. Λογικά, μετά τον στραγγαλισμό, άνοιξε ο δρόμος γι αυτούς. Αν ψάξει κανείς σ' αυτά που είπαν ή υπαγόρεψαν θα δει ότι, οι μπουζουκάνθρωποι, αναφέρονται παρεπιπτόντως σ' όλη την τεράστια κληρονομιά που πάνω της έχτισαν. Ελάχιστα ψήγματα αναφοράς... Ο Βαμβακάρης λέει κάποια ελάχιστα λόγια λύπησης γιά την κατάσταση των προσφύγων, δυό τρεις γραμμές θαυμασμού γιά τη μουσική τους και ξεμπερδεύει. Γιά τη Σοφίτσα Καρίβαλη, ή καλύτερα Σοφίτσα Αμπατζή, που τραγουδούσε μαζί του ένα διάστημα, την αναφέρει και δείχνει να μη θυμάται ούτε το μικρό της όνομα. Την αναφέρει σαν αδερφή της Ρίτας Αμπατζή...
Ο Τσιτσάνης ξεμπερδεύει με όλους τους Μικρασιάτες, λέγοντας πως δε τον ενδιέφερε αυτή μουσική και δεν επηρρεάστηκε απ' αυτήν. Χρησιμοποίησε όμως πολλές φορές, με τη γνωστή του ικανότητα, Μικρασιάτες μουσικούς που του "διόρθωσαν" συνθέσεις του και τις κατέγραψαν σε νότες.
Ο Γρηγοράκης λοιπόν ο Ασίκης, με έξη παιδιά που είχε να θρέψει, άφησε την προσωπική του κατάθεση σ' ένα αχάριστο κόσμο που τον ξέχασε εντελώς. Ήταν μες τα πόδια μας ως το 1966, παίζοντας εδώ κι εκεί, συνθέτοντας κάτι υπόλοιπα, μέσα στο αρνητικό κλίμα γύρω του. Ποιός τον πλησίασε, ποιός τον ρώτησε πως περνάει, ποιός τον παρουσίασε, έστω και σα γραφική φιγούρα; Oι προβολείς ήταν αλλού στραμένοι. Έχοντας πάντα, όπως οι περισσότεροι λαοί, μιά διχασμένη στάση μίσους - δέους - κρυφού θαυμασμού γιά τις ΗΠΑ, στραφήκαμε να βρούμε το Γιώργο Θεολογίτη - Κατσαρό., αφήνοντας να γλυστρήσουν μέσα απ' τα χέρια μας οι πολύτιμοι, οι έμπειροι, οι υπερταλαντούχοι συνθέτες της Μικρασίας.
Δε λέω, ο Κατσαρός ήταν ένα πολύτιμο μνημείο. Μαθουσάλας, διαυγής, έξυπνος με μπρίο, ψιλοσυνθέτης. Όλ' αυτά βέβαια που γράφονται κι εμείς ακκιζόμαστε, γιά τον Αντρέ Σεγκόβια που τον "θαύμασε" (βλ. παραξενεύτηκε και τού'κανε εντύπωση ο απλός τρόπος παιξίματος του Κατσαρού). Αν ο Αντρέ Σεγκόβια εντυπωσιάστηκε από τον δικό μας κιθαρίστα, τί θα ένιωθε τότε όταν άκουγε τον Django Reinhardt (1910-1953) http://en.wikipedia.org/wiki/Django_Reinhardt που έχοντας καεί ο μισός από ατύχημα και με αχρηστευμένα τρία απ' τα δάχτυλά του, έκανε διαβολεμένα σόλα με δυό δάχτυλα;
Θα μπορούσαμε να έχουμε και άλλα τραγούδια του Γρηγόρη Ασίκη αλλά λόγω θανάτου από τον Καρκίνο οι δικοί του έκαψαν παρτιτούρες και το ούτι από φόβο μήπως η αρρώστια ήταν μεταδιδόμενη από αυτά που μου έχουν πει συγγενείς είχε πολλά τραγούδια που δεν πρόλαβαν να δημοσιευτούν γνωρίζω από τον πατέρα μου και εγγονό του Γρηγόρη Ασίκη ότι ήταν πολύ καλαμπουρτζής σαν μικρό παιδί.Φωτογραφία του δεν είχα δεί ποτέ αλλά τώρα που την είδα σας λέω πως οι γιοί του είναι ολόιδιοι.
ΑπάντησηΔιαγραφή