Δευτέρα 20 Απριλίου 2009

MOΥΣΙΚΗ ΠΑΤΡΙΔΟΓΝΩΣΙΑ - Οι πρόσφυγες του τότε και οι νέοι του σήμερα...



Όταν ήμουνα στα 17 μου και άκουγα κλαρίνα, αναγούλιαζα. Όταν, αργότερα, άκουγα τους εγάτες στις οικοδομές να ξελαρυγγίζονται τραγουδώντας Καζαντζίδη, ένιωθα πως καθόλου δε μ' αφορούσε. Εγώ ήθελα rock κι ένα ζευγάρι αμερικάνικα παππούτσια του μπάσκετ, μάρκας Αll Star. Πουλιόντουσαν όμως μόνο στο PX, της,τότε αμερικάνικης βάσης στην Αθήνα, και πρόσβαση δεν είχα. Μεγάλη η δυστυχία μου...
Είχα κι ένα πατέρα Μικρασιάτη, Σμυρνιό που δούλευε στην Mobil Oil Ελλάς και, ναι μεν, τη δούλευε αλλά δε μού'πε ποτέ τίποτα για όλ' αυτά που είχαν συμβεί το '22. Ήταν πολύ μικρός βέβαια όταν έφυγε από κει, αλλά ούτε και το υπόλοιπο σόι του μου ανέφεραν κάτι, ούτε τραγουδούσαν ποτέ όλ' αυτά που εγώ, κατοπινότερα, ανακάλυψα. Μόνο ένας παππούς που πήρα τ' όνομά του, καθόταν με το μεγάλο όγκο του αμίλητος σε μιά καρέκλα, κάτω από μιά τυπική τρισάθλια πολυκατοικία. Καθόταν και κοιτούσε, μιά τους πελάτες που μπαινοβγαίναν στο διπλανό μπακάλικο, μιά τη σκοτεινή, βουλιαγμένη βυζαντινή εκκλησούλα, δίπλα στην πολυκατοικία, μιά τα φωσάκια της Πάνω Πόλης της Θεσσαλονίκης που αναβόσβηναν...

Μέσα στο σπίτι τώρα, ακούγονται οι υπέροχες φωνές της Ρίτας Αμπατζή, της Ρόζας, του Βαγγελάκη Σωφρονίου, του Αραπάκη, του Καρίπη, του Νταλκά...

Τι μπορεί να πει κανείς στα νέα παιδιά γι αυτές τις φωνές, γι αυτούς τους ανθρώπους, γι αυτές τις μουσικές; Τίποτα. Στην παρούσα φάση, τουλάχιστο. Αρκεί που τ' ακούν από το άλλο δωμάτιο και, με κάποιο τρόπο, εγγράφονται στη μνήμη τους. Όταν εμείς δε θα υπάρχουμε κι αυτά φτάσουν σε μιά ηλικία που θ' αρχίσουν να "ξελαχανιάζουν", θ' αρχίσει και το δικό τους το μυαλό να γυρίζει προς τα πίσω. Η μνήμη θ' ανοίξει τα κλειστά της δωμάτια και αν τα "ίχνη" (CD's και κασέτες στην περίπτωσή μας) υπάρχουν και παίζουν ακόμα, ίσως τότε τ' ακούσουν, αρχίζοντας ν' ανασκαλίζουν στο παρελθόν και στο παρελθόν τους. Στην παρούσα όμως στιγμή, τί να πει κανείς; Ίσως "βοηθάει" να τους βάλουμε ν' ακούσουν ένα τραγούδι του
Βαγγελάκη Σωφρονίου κι αμέσως μετά, κάτι σαν εκείνο το τραγούδι του Νίκου Καρβέλα που λέει "μη την ψάχνεις αλλού, μιά είν' η λύση, τα λεφτά, το φαϊ και το γαμήσι"... Γιατί και μόνο να τους πεις "εμένα ο πατέρας μου..." εκτοξεύεσαι στα μάτια τους κάπου μακριά, σ' ένα μακρινό, θολό και άγνωστο παρελθόν. Αν τους πεις ότι η επιβολή λογοκρισίας του '36 από τον Μεταξά επηρρεάζει ακόμα την καθημερινή τους ζωή και τον τρόπο σκέψης, τη μαυρίλα που απλώνεται στα blogs τους, θα σε κοιτάξουν παραξενεμένα, μη καταλαβαίνοντας τι τσαμπουνάς. Ο νόμος εκείνος όμως ήταν μιά απ' τις τελευταίες και αποφασιστικές λίθους που απομόνωσαν σε μιά αεροστεγή κατασκευή κάθε τι που "ανατόλιζε". Bέβαια, η Ανατολή και οι μουσικές της δε φυλακίζονται. Είναι πάντα πεισματικά ζωντανές γιά να ξελογιάζουν τους ανθρώπους, γιά να τους φέρνουν κοντά στο βάθος του εαυτού τους. Κι έτσι, όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι τις πλησιάζουν, γιά να μη μιλήσουμε γιά τους "άλλους/ες" που θεωρούν εαυτούς σύγχρονους δυτικούς πολίτες και διασκεδάζουν με τσιφτετέλια.

Παρενθετικά, αν λέγαμε πως, η επιβολή της λογοκρισίας και ο στραγγαλισμός της μουσικής που έφεραν οι πρόσφυγες έκανε πολλούς, πάρα πολλούς, να βγάλουν στεναγμούς ανακούφισης, θα ακουστεί αιχμηρό; Εννοώ, μέχρι Βαμβακάρη, Τσιτσάνη κλπ. Κάπου βέβαια μπορεί κανείς να το καταλάβει. Οι Μικρασιάτες μουσικοί, συνθέτες, τραγουδιστές/τριες νέμονταν το δισκογραφικό τοπίο, ήταν ιδιαίτερα ικανοί και σπουδαγμένοι μουσικά, σε αντίθεση με τους άλλους. Είχαν, ακόμα, ασυναγώνιστες φωνές. Τα τραγούδια τους όμως ήταν "κολλημένα" σε μιά θεώρηση ζωής που δεν ανανεωνόταν, ή καλύτερα, δε πρόλαβε να το κάνει. Η Ελλάδα χρειαζόταν, μετά τα αλλεπάλληλα χαστούκια, να ξεχάσει, να ξεδώσει με άλλο τρόπο, να απωθήσει. Βλέπουμε όμως ότι αυτό το "θάψιμο" των Μικρασιάτικων, συνεχίζει, με κάποιο τρόπο, ως και σήμερα. Ο κόσμος μιλάει, τραγουδάει τα κατοπινότερα ρεμπέτικα, οι νέοι παίζουν και μερακλώνονται με Βαμβακάρη κι εδώθε. Ποιός/ά μιλάει, τραγουδάει, παίζει ή κάνει ένα αφιέρωμα, γιά παράδειγμα, σε μιά μεγάλη τραγουδίστρια όπως η Ρίτα Αμπατζή; Η Ρίτα, η Ρόζα και μιά σειρά από άλλες τραγουδίστριες ήταν του ίδιου εκτοπίσματος με ονόματα που προσκυνιούνται όπως, Ella Fidgerald, Billie Holiday, Edith Piaf κλπ. Η Ελλάδα όμως ντρέπεται και πάντα ντρεπόταν τους "ξένους", άσχετα αν ταυτόχρονα τους γράφει και στα παλιά της τα παππούτσια...

Όσο κι αν τα παραπάνω ακούγονται μπερδεμένα, όσο κι αν φαίνεται πως μπαινοβγαίνω στο αρχικό θέμα, υπάρχει ένα εσωτερικό νήμα που τα ενώνει όλ' αυτά. Ένα νήμα που διασταυρώνεται με την τετελεσμένη από παλιά, αλλά διχασμένη, δυτικοποίηση της Ελλάδας, την αχαριστία απέναντι στο μουσικό παρελθόν, την επιλογή και κλέψιμο απ' αυτό, κατά το δοκούν, τη σημερινή έχθρα και εκνευρισμό των εταιριών γιά το ότι το ρεμπέτικο έξακολουθεί να είναι δημοφιλές και να κάνει ακόμα και παράφωνες και σκληρές καρδιές ν' αναριγάνε...

1 σχόλιο:

  1. το νήμα σου είναι γερό σαν ατσαλίνα.
    μια μόνο παρατήρηση:
    τον καρβέλα δε χρειάζεται να τον βάλεις εσύ, δεν υπάρχει λόγος να είναι τεχνητή η αντιπαράθεση.
    ο καρβέλας είναι παντού, θα βρει αυτός το δρόμο να φτάσει στα παιδιά σου- έτσι δεν είναι;

    κι εγώ πιστεύω ότι δε χρειάζονται νουθεσίες σε αυτά τα πράγματα.
    συγκρατήσου, περίμενε με υπομονή, η φάση του καρβέλα είναι κάτι που το περνάνε όλοι, κι εσύ ήσουν ροκάς (τι κι αν το ροκ της δικής σου γενιάς ήταν έτη φωτός πιο ποιοτικό;)

    θα σου εξομολογηθώ μια πολύ προσωπική υπόθεση που είχα ξεχάσει και μου τη θύμισες με το ποστ σου.
    είμαι 32 και στην έκτη δημοτικού (!!!) πέρασα κι εγώ τη φάση καρβέλας.
    ακούγαμε θυμάμαι εκείνο το φριχτό "κι αν θες να πας μπροστά και σ' όλους ν' αρέσεις πρεπει να κάνεις δημόσιες σχέσεις, είναι κανόνας χωρίς εξαιρέσεις" θυμάμαι λοιπόν ότι η μάνα μου η δόλια είχε φρικάρει, ειχα βάλει την κασέτα στο αμάξι μάλιστα και αυτή οδηγούσε, οπότε εκεί που έκανε όπισθεν να φύγουμε και κοιτούσε πίσω, άκουσε τους στίχους αυτούς κι αφήνιασε: "αυτά λέει ο δίσκος που χρυσοπλήρωσα;" συνέχισε όμως να χρηματοδοτεί τα πολιτιστικά μου ενδιαφέροντα.
    Αντιπαράθεση με τα δικά της γούστα δε χρειάστηκε να μου κάνει άμεσα, αρκούσε που από το διπλανό δωμάτιο, που λες κι εσύ, ερχόταν κατά καιρούς πότε η φωνή του νίκου ξυλούρη, πότε η λύρα ή κανένα άλλο περίεργο όργανο του ροςς νταίηλυ κτλ

    ο καρβέλας θέλει σκοτάδι και μούχλα για να ριζώσει.
    αρκεί λοιπόν να ανοίξουμε το παράθυρο και τις κουρτίνες διάπλατα για να τον πάρει ο αέρας και να τον πάει από κει που ήρθε.

    και το κυριώτερο:
    ποτέ ας μην υποτιμάμε την κριτική ικανότητα και την αισθητική αντίληψη των μικρών παιδιών.
    περνούν τις φάσεις τους και βγαίνουν πάντα δυνατότερα - αρκεί να μην τα εμποδίσεις!

    ΑπάντησηΔιαγραφή